Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

οἱ ἐν τοῖς χωρίοις

См. также в других словарях:

  • συμφύω — ΝΑ, και συμφύνω Α [φύω / ομαι] μέσ. συμφύομαι α) φύομαι μαζί ή συγχρόνως με κάτι β) φύομαι ενωμένος με κάτι νεοελλ. (το μέσ.) α) είμαι συναρθρωμένος με σύμφυση, είμαι συνοστεωμένος β) προσφύομαι αρχ. 1. συνάπτω, συνενώνω κατά φυσικό τρόπο («ἡ μὲν …   Dictionary of Greek

  • PATAVIUM — I. PATAVIUM Urbs in Ponto, sive Bithynia. Polmen hodie dicta. Aliter Claudiopolis. II. PATAVIUM civitas Italiae, recentiore nomine Padua appellata: vide ibi, Ampla et munita, sed non aeque culta, agri Patavini caput, Episcopalis sub Archiepiscopo …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ένθηρος — ἔνθηρος, ον (Α) [θηρ] 1. (για τόπο) ο γεμάτος θηρία, άγρια ζώα («ἐν τοῑς μάλιστα ἐνθηροτάτοις χωρίοις», Αιλ.) 2. μτφ. άγριος, τραχύς («ἔνθηρον τρίχα», Αισχύλ.) 3. (για μέλος τού σώματος) αυτός που έχει αφορμισμένη πληγή 4. το ουδ. ως ουσ. τὸ… …   Dictionary of Greek

  • ευκαρπώ — εὐκαρπῶ, έω (Α) [εύκαρπος] παράγω άφθονους και ωραίους καρπούς, καρποφορώ («ἐν τοῑς εὐκαρποῡσι χωρίοις», Στράβ.) …   Dictionary of Greek

  • κάθομαι — και κάθουμαι και κάθημαι (AM κάθημαι, Α ιων. τ. κάτημαι, Μ και κάθομαι) 1. εδράζομαι στους γλουτούς, τοποθετούμαι σε εδραία θέση (α. «κάθομαι τρεις ώρες συνέχεια» β. «θρόνῳ κάθηται», Ευρ.) 2. κατοικώ, διαμένω, ζω, είμαι εγκατεστημένος (α.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»